Εμπιστεύσου Τον Θεό
Ένα ζευγάρι επέστρεφε σπίτι του διασχίζοντας μια λίμνη με μια βάρκα. Ξαφνικά ξέσπασε μεγάλη καταιγίδα. Η γυναίκα φοβήθηκε πολύ, γιατί η κατάσταση ήταν απελπιστική. Η βαρκούλα ήταν πολύ μικρή και η καταιγίδα ήταν πραγματικά σφοδρή. Ήταν θέμα χρόνου να πνιγούν.
Ο άνδρας καθόταν σιωπηλά, ήρεμος και ήσυχος σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Η γυναίκα έτρεμε και εκνευρισμένη τον ρώτησε:
– Καλά, δε φοβάσαι; Αυτή μπορεί να είναι η τελευταία μας στιγμή! Δε θα προλάβουμε να φτάσουμε στην άλλη ακτή. Μόνο ένα θαύμα μπορεί να μας σώσει, διαφορετικά ο θάνατος είναι βέβαιος. Δε νιώθεις τίποτα; Είσαι τρελός ή είσαι από πέτρα;
Ο άνθρωπος γέλασε και έβγαλε ένα μαχαίρι που είχε μαζί του. Η γυναίκα μπερδεύτηκε ακόμα περισσότερο. Τι μπορεί να έκανε; Στη συνέχεια έφερε το μαχαίρι κοντά στο λαιμό της γυναίκας, τόσο κοντά που σχεδόν άγγιζε τον λαιμό της.
– Φοβάσαι; τη ρώτησε.
Η γυναίκα άρχισε να γελάει και είπε:
– Γιατί θα πρέπει να φοβάμαι; Αν το μαχαίρι είναι στα χέρια σου, γιατί θα πρέπει να φοβάμαι; Ξέρω ότι μ’ αγαπάς.
Έβαλε το μαχαίρι πίσω και είπε:
– Αυτό ακριβώς λέω κι εγώ. Ξέρω ότι ο Θεός με αγαπάει και η καταιγίδα είναι στα χέρια Του. Γιατί να φοβηθώ λοιπόν;
Παγκόσμια Σοφία