Η Επιστροφή
Η εγγονούλα Μαρία γράφει:
Κάποτε συζούσε ένα νεαρό ζευγάρι. Ήταν πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, μα έτρεφαν αγάπη ο ένας για τον άλλον. Η κοπέλα πίστευε πολύ στον Χριστό, ο νεαρός όμως όχι. Αρκετά συχνά διαφωνούσαν επάνω σε διάφορα ζητήματα και είχαν πολύ διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης αυτών. Η κοπέλα συνήθιζε να μένει ήρεμη και να συζητάει τα προβλήματα, ενώ ο νεαρός ήταν λιγάκι ευέξαπτος. Σε θέματα που αφορούσαν σοβαρές λήψεις αποφάσεων η κοπέλα διαρκώς προσευχόταν και περίμενε υπομονετικά ο Χριστός να της δείξει τον δρόμο. Αντιθέτως ο νεαρός πίστευε ότι όλα εξαρτιόντουσαν από τον ίδιο και τρελαινόταν στις σκέψεις για το αν πράττει σωστά ή όχι.
Έτσι μια μέρα, είχαν μία έντονη διαφωνία και ο νεαρός έφυγε από το σπίτι εκνευρισμένος. Κατηγόρησε την κοπέλα του ότι με την πίστη της δεν κερδίζει τίποτα και πως είναι καιρός να αρχίσει να αντιμετωπίζει αλλιώς τα πράγματα, πιο λογικά. Μπήκε στο αυτοκίνητο να οδηγήσει για να ηρεμήσει, όπως έκανε συνήθως… Όσο περνούσε η ώρα ο νους του θόλωνε από τον θυμό και έχασε τον έλεγχο του τιμονιού, με αποτέλεσμα να τρακάρει και να βρεθεί σε πολύ άσχημη σωματική κατάσταση.
Νοσηλεύτηκε για αρκετό καιρό. Η κοπέλα δεν έφυγε στιγμή από δίπλα του. Όταν πλέον ανέκτησε τις αισθήσεις του, ανάρρωσε κι επέστρεψαν σπίτι, τον ρώτησε:
– Πες μου, καλέ μου, μπόρεσες να κάνεις κάτι για σένα αυτή τη φορά;
– Όχι, αυτή τη φορά ήμουν αδύναμος. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα να με βοηθήσω. Εσύ όμως τι έκανες;
– Προσευχόμουν να καταλάβεις.
– Να καταλάβω τι;
– Πως τίποτα δεν είναι στο χέρι μας.
– Και γιατί δεν προσευχόσουν να γίνω καλά και προσευχόσουν να καταλάβω;
– Γιατί όταν καταλάβεις πως τίποτα δεν είναι στο χέρι μας αλλά στα χέρια Του, τότε πράγματι θα είσαι καλά…
Ο νεαρός συνειδητοποίησε πως ο Θεός τον βοήθησε παρ’ όλο που δεν Τον πίστευε. Του είχε δώσει μία ακόμη ευκαιρία… Αυτή ήταν η αρχή της επιστροφής του.