Η Προσφορά Είναι Ομορφιά
Η εγγονούλα Ελίνα γράφει:
Ένα πεντάχρονο αγοράκι είχε μια ασυνήθιστη στενή σχέση με τα ζώα. Όπου κι αν πήγαινε δε θα έκανε φίλους τα παιδιά, αλλά τα ζώα. Άλλοτε έπαιζε με σκυλιά, άλλοτε μιλούσε με γάτες, κάποτε τραγουδούσε με πουλιά, βοηθούσε τα μυρμήγκια, ακόμα και τα έντομα.
Μια μέρα, έπειτα από πολύ χιόνι, όπου οι δρόμοι είχαν γεμίσει πάγο, το έσκασε από το σπίτι του, άρπαξε τη βέργα του παππού του και τρέχοντας βγήκε έξω. Με τη βέργα άρχισε να χτυπάει τον πάγο για να σπάσει.
Η μητέρα του γεμάτη ανησυχία βγήκε για να τον ψάξει.
– Τι κάνεις, παιδί μου; Γιατί έφυγες; Τι προσπαθείς να κάνεις;
– Θέλω να σπάσω τον πάγο, μανούλα, βοήθησέ με.
– Μα γιατί να το κάνεις αυτό; Ο πάγος θα λιώσει κάποια στιγμή μόνος του.
– Και μέχρι τότε από πού θα πίνουν οι φίλοι μου νερό, μαμά; Βοήθησε με, σε παρακαλώ!
Η μητέρα του συγκινημένη από την αγαθότητα του μικρού της γιου, άρχισε και αυτή να σπάει τον πάγο. Όταν επέστρεψαν σπίτι τού είπε:
– Μικρέ μου, δε χρειάζεται να ανησυχείς τόσο για τους φίλους σου. Ο καλός ο Θεός τους φροντίζει όλους, όπως κάνει και με εμάς. Μην ξαναφύγεις, σε παρακαλώ.
– Ο Θεός μαμά δε μου έδωσε αυτά τα χεράκια;
– Ναι, παιδί μου.
– Και γιατί μου τα έδωσε μαμά, αν δεν τα χρησιμοποιήσω για να βοηθήσω τους φίλους μου;
Η μητέρα του δεν είχε τι να πει… άπλωσε τα χέρια της αγκάλιασε τον μικρό της αγωνιστή και του είπε:
– Έχεις δίκαιο μικρέ μου, έχεις δίκαιο. Απλά μην ξαναφύγεις έτσι…